Γράφει ο Π. Κ. Ιωακειμίδης*
Όπως
έγραψε πρόσφατα ο Economist, στην περίπτωση των εθνοτικών συγκρούσεων στα
Βαλκάνια είναι πάντοτε δύσκολο να εντοπίσει κάποιος με ακρίβεια τα πραγματικά
αίτιά τους και ως εκ τούτου να κάνει ακριβή επιμερισμό ευθυνών. Η κατάσταση επί του πεδίου είναι περίπλοκη και
διαπλεκόμενη με πολλούς παράγοντες. Η
περίπτωση του Κοσόβου μαρτυρεί του λόγου το αληθές. Το Κόσοβο για πολλοστή φορά από το 2008 όταν
μονομερώς ανακήρυξε την ανεξαρτησία του (UDI) βρίσκεται και πάλι στο χείλος
ένοπλης σύγκρουσης με τη Σερβία, σύγκρουση που προσπαθούν να αποτρέψουν
NATO/KFOR, Ευρωπαϊκή Ένωση, ΗΠΑ. Λόγω
αναταραχών (οδοφράγματα κλπ.) στη σερβική κοινότητα στο Β. Κόσοβο (120.000
άτομα, 6% σε συνολικό πληθυσμό περίπου 1,8 εκατ.), ο πρόεδρος της Σερβίας
Αλεξάντερ Βούτσιτς έθεσε «σε κατάσταση ύψιστης μάχιμης ετοιμότητας τις ένοπλες
δυνάμεις και την αστυνομία της χώρας» προκειμένου, όπως είπε, «να διαφυλάξει
τους Σέρβους και τη Σερβία». Η χειρότερη
κλιμάκωση (αν και μάλλον δεν θα τολμήσει εισβολή για να συγκρουσθεί με το
NATO/KFOR). Τα βαθύτερα δομικά αίτια της
κρίσης μπορούν να συνοψισθούν:
1. Το Βελιγράδι ακολουθεί μια εθνικιστική,
εντελώς αδιέξοδη πολιτική μη αναγνωρίζοντας την πολιτική πραγματικότητα επί του
πεδίου. Και η πραγματικότητα είναι ότι
το Κόσοβο κατέστη μονομερώς μεν νομίμως δε (απόφαση ΔΔΧ-2013) ανεξάρτητο κράτος
από το 2008 (ως συνέπεια εν πολλοίς της πολιτικής της Σερβίας απέναντι του). Και η διεθνής κοινότητα στην πλειοψηφία της (περίπου
100 χώρες) έχει αναγνωρίσει την ανεξαρτησία του. Ανάμεσά τους και οι είκοσι δύο από τις είκοσι
επτά χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EE). Στις πέντε χώρες που για ειδικούς λόγους δεν
έχουν αναγνωρίσει περιλαμβάνεται και η Ελλάδα αλλά «μόνο κατ’ όνομα» (λόγω
κάποιας οιονεί ομοιότητας με το UDI των Τουρκοκυπρίων, αν και πρόκειται για
εντελώς διαφορετικές περιπτώσεις). Άλλωστε
μόλις πρόσφατα ο υπ. Εξωτερικών Ν. Δένδιας επισκέφθηκε την Πρίστινα στηρίζοντας
την ανεξαρτησία και την ευρωπαϊκή προοπτική του Κοσόβου. Επομένως όσο πολιτικά δύσκολο κι αν είναι, το
Βελιγράδι οφείλει να λάβει τη ρεαλιστική απόφαση: να αποδεχθεί το Κόσοβο ως
ανεξάρτητο κράτος (έστω κι αν δεν το αναγνωρίσει τυπικώς διπλωματικά άμεσα),
κάτι που αποτελεί άλλωστε και προϋπόθεση για την ένταξη της Σερβίας στην EE. Ο γόρδιος δεσμός του προβλήματος δεν λύνεται
με ημίμετρα. Κόβεται με την
αποδοχή/αναγνώριση.
2. Η αποδοχή θα πρέπει να συνοδεύεται με
πρόσθετες εγγυήσεις για τα δικαιώματα των Σέρβων εντός Κοσόβου. Όχι με αλλαγή συνόρων αλλά με ευρύτερη
αυτονομία που θα μπορούσε να φθάσει μέχρι και την ομοσπονδία. Ενώ η Πρίστινα θα πρέπει να εγκαταλείψει άπαξ
και διά παντός την οποιαδήποτε συζήτηση (που αφήνει να υφέρπει – δύσκαμπτος
πρωθυπουργός Αλ. Κούρτι) για «Μεγάλη Αλβανία» με συνένωση στο μέλλον και άλλα
επικίνδυνα, ιδιαίτερα τώρα που στοχεύει σε ένταξη στην EE (υπέβαλε ήδη αίτηση).
3. Εδώ υπεισέρχεται ο ρόλος της Ρωσίας (και
δευτερευόντως της Κίνας). Οι δύο αυτές
χώρες δεν έχουν ως γνωστόν αναγνωρίσει την ανεξαρτησία του Κοσόβου στηρίζοντας
την πολιτική της Σερβίας. Ειδικά η Ρωσία
επενδύει σημαντικά στην επέκταση της επιρροής της στα Βαλκάνια μέσω κυρίως της
Σερβίας, αξιοποιώντας για τον σκοπό αυτόν και το ζήτημα του Κοσόβου. Η Πρίστινα μάλιστα υποπτεύεται ότι η τρέχουσα
αναταραχή είναι έργο της Μόσχας. Πολύ
πιθανόν. Και για όσο η EE δεν επιταχύνει
την ένταξη των δυτικοβαλκανικών χωρών τόσο θα βρίσκει πρόσφορο έδαφος η Ρωσία
για την πολιτική της.
* Ο
καθηγητής Π. Κ. Ιωακειμίδης είναι πρώην πρεσβευτής, σύμβουλος του ΥΠΕΞ και μέλος
της συμβουλευτικής επιτροπής του ΕΛΙΑΜΕΠ.
ΠΗΓΗ: Τα Νέα