Είναι μια πραγματική ιστορία θριάμβου που στην Αμερική
θα είχε γίνει ταινία στο Χόλιγουντ από την δεκαετία του 1940. Στην Ελλάδα όμως περίμενε σχεδόν 80 ολόκληρα
χρόνια για να γραφτεί.
Είναι γεμάτη από αναπάντεχα γεγονότα, γυρίσματα της
τύχης αλλά κυρίως ηρωισμό και αγάπη για την πατρίδα. Πρωταγωνιστούν μια χούφτα Έλληνες που
κατάφεραν να γράψουν το όνομά του πλοίου τους με χρυσά γράμματα στα πεπραγμένα
του δοξασμένου Πολεμικού Ναυτικού. Πρόκειται
για ένα θρυλικό αντιτορπιλικό του ελληνικού στόλου κατά τον Β’ Παγκόσμιο
Πόλεμο, την βιογραφία του οποίου έγραψε η δημοσιογράφος Μαργαρίτα Πουρνάρα και
θα κυκλοφορήσει σε λίγο στα βιβλιοπωλεία. Τίτλος της: «Αδρίας. Ήταν Όλοι Τους Ήρωες».
Η ΑΜΚΕ Κύκλωψ του Δραμινού ναυπηγού Άρη Θεοδωρίδη που
εξέδωσε την βιογραφία έχει αναπτύξει φιλανθρωπική δράση με επίκεντρο την πόλη
της Βορείου Ελλάδος όπου σύντομα θα δημιουργηθεί ένα Μουσείο Φωτογραφικών
Μηχανών. Θα στεγαστεί σε ένα
αποκατεστημένο αρχοντικό της Δράμας, το «Μαρμάρινο Σπίτι».
Αυτό το Μουσείο στάθηκε η αφορμή για την δημιουργία
της έκδοσης, καθώς η επίσης Δραμινή Φανή Ζιώγα Ασλάνη δώρισε στην «Κύκλωψ» μια
παλαιά φωτογραφική μηχανή του πεθερού της Πέτρου Ασλάνη και πολλά αρνητικά. Ο τελευταίος είχε υπηρετήσει στον «Αδρία» και
ήταν ο μόνος που είχε αποτυπώσει με το φακό του, τις πλέον δραματικές στιγμές
του ηρωικού πλοίου.
Ας πιάσουμε από την αρχή την κλωστή της ανέμης.
Λίγο πριν την επικράτηση των Γερμανών στην Ελλάδα, την
άνοιξη του 1941, ο στόλος μας κατάφερε με χίλιες περιπέτειες και βαρύτατες απώλειες
να φτάσει στην Αίγυπτο. Τα καταστρώματα
των πλοίων και τα υποβρύχια ήταν, μαζί με τα καράβια της εμπορικής ναυτιλίας
και τις διπλωματικές μας αρχές στο εξωτερικό, το μόνον ελεύθερο ελληνικό
έδαφος. Μια «πατρίδα» από την πρύμνη ως
τη πλώρη. Τα μέλη του Πολεμικού Ναυτικού
που διέφυγαν από την χώρα, άφησαν πίσω τους νέες γυναίκες, μωρά παιδιά, γέρους
γονείς χωρίς να έχουν καμιά απολύτως επαφή μαζί τους μέχρι και την
απελευθέρωση. Μόνη τους παρηγοριά η
ιδιαίτερα θερμή υποδοχή που τους επεφύλαξαν οι χιλιάδες Έλληνες της
Αλεξάνδρειας όπου αποδήμησε ο Στόλος.
Όμως η ναυτική μας δύναμη ήταν αποδεκατισμένη και με
γηρασμένα πλοία, τα οποία είχαν απαρχαιωμένο οπλισμό. Υστέρα από διαπραγματεύσεις με τους Συμμάχους
μας, οι Βρετανοί μας παραχώρησαν κάποια καινούρια καράβια αναγνωρίζοντας την
ναυτοσύνη και τον ηρωισμό των Ελλήνων. Ο
«Αδρίας» παρελήφθη το καλοκαίρι του 1942 από το Ελληνικό Βασιλικό Ναυτικό. Ήταν ολοκαίνουριο αντιτορπιλικό συνοδείας
τύπου Hunt, με καλό ανθυποβρυχιακό και αντιαεροπορικό οπλισμό. Γενικά τα αντιτορπιλικά λογαριάζονταν ως
«τσοπανόσκυλα της θάλασσας», ικανά να έχουν σκληροτράχηλες αποστολές και
εμπλοκές με τον εχθρό από το νερό, τον αέρα ακόμα και την ξηρά.
Η ελληνική σημαία υψώθηκε στον «Αδρία» στις 20 Ιουλίου
του 1942 στα ναυπηγεία του Νιούκαστλ και ο Ιωάννης Τούμπας που ανέλαβε
κυβερνήτης είπε στο πλήρωμα: «Εδώ τώρα
που είμαστε μακριά από την πατρίδα μας, τις οικογένειές μας και απ’ ό,τι
αγαπούμε, έχετε εσείς πατέρα εμένα και εγώ έχω για οικογένειά μου εσάς. Δεν έχω κανέναν άλλο να αγαπήσω εδώ πέρα. Μόνον εσάς. Και εσείς πρέπει να βρείτε σε μένα ό,τι
θέλετε. Πιστεύω ότι όλοι καταλαβαίνετε
και θυμόσαστε πως αυτή τη στιγμή, οι μανάδες σας, τα αδέλφια σας και τα παιδιά
σας είναι δούλοι. Πεινάνε. Είναι στο έλεος του κατακτητού. Από εσάς εξαρτάται. Έχετε ιερή υποχρέωση να βοηθήσετε για την
ελευθερία τους», ήταν τα φορτισμένα του λόγια.
Η πολεμική δράση Αδρία για τον επόμενο χρόνο δηλαδή
από το 1942 ως και το 1943 ήταν αξιοσημείωτη. Πήρε μέρος σε νηοπομπές στον Ατλαντικό,
επιχείρησε να βυθίσει δύο εχθρικά υποβρύχια, έζησε την πρώτη του πολεμική
συμπλοκή στη Σικελία με γερμανικές τορπιλακάτους και πήρε μέρος στην περιπέτεια
του Ιταλικού Στόλου του Τάραντα στη Μάλτα. Ο κυβερνήτης είχε πετύχει να έχει σπάνια
ομοψυχία στο καράβι, ήταν αυστηρός αλλά λάτρευε το πλήρωμα και οι άνδρες τον
θαύμαζαν και τον αγαπούσαν. Σε αντίθεση
με άλλα πλοία του ΠΝ, στον «Αδρία» ουδέποτε εκδηλώθηκαν πολιτικές διχόνοιες που
τόσο ταλαιπώρησαν το Ναυτικό στη κρίσιμη φάση του Πολέμου. Στο αντιτορπιλικό υπηρετούσαν Ρωμιοί, Αιγυπτιώτες,
Μικρασιάτες, κάθε καρυδιάς καρύδι από τη Θράκη μέχρι την Κρήτη και από τα
Δωδεκάνησα μέχρι τα Επτάνησα. Όλοι ήταν
μια γροθιά υπό το πρόσταγμα του κυβερνήτη Τούμπα που ήταν παράτολμος και
θαρραλέος.
Το αδελφό πλοίο του «Αδρία» ήταν το βρετανικό αντιτορπιλικό Hurworth με
κυβερνήτη τον Ρόϊστον Ραϊτ. Αυτά τα δύο
αντιτορπιλικά κλήθηκαν στις 20 Οκτωβρίου 1943 να πάρουν μέρος σε μια απόλυτα
ριψοκίνδυνη αποστολή στα Δωδεκάνησα, όταν οι Βρετανοί προσπαθούσαν να
ενισχύσουν τους μαχητές που κρατούσαν την Λέρο έναντι των Γερμανών. Ήταν μια απέλπιδα προσπάθεια των Άγγλων να
κατακτήσουν τα Δωδεκάνησα μετά την συνθηκολόγηση της Ιταλίας. Αρχικά είχαν πρόθεση να αιφνιδιάσουν τους
Γερμανούς. Όμως οι τελευταίοι αντέδρασαν
αστραπιαία, πήραν τον έλεγχο όλων των νησιών από τους παραδοθέντες τέως
συμμάχους τους με εξαίρεση τη Σάμο και την Λέρο. Έτσι οι Βρετανοί έπρεπε οπωσδήποτε να
ενισχύσουν την άμυνα στέλνοντας από την Αίγυπτο στρατιώτες και πολεμοφόδια.
Προσπαθώντας να μεταφέρει εφόδια, στις 22 Οκτωβρίου 1943 στις 9.56 το βράδυ
ο Αδρίας προσέκρουσε σε γερμανική νάρκη λίγο έξω από την Κάλυμνο, η οποία
απέκοψε το 1/3 του εμβαδού του πλοίου, δηλαδή ανατινάχτηκε ολόκληρη την πλώρη
ως τη γέφυρα. Εξαφανίστηκαν τα 30 από τα
85 μέτρα του πλοίου. Ως εκ θαύματος δεν
αγγίχτηκαν τα λεβητοστάσια και έτσι-αν και τσακισμένο -το αντιτορπιλικό
συνέχισε να πλέει. Οι Βρετανοί από το
Hurworth κάλεσαν τους Έλληνες να βυθίσουν το καράβι τους και να τους διασώσουν.
Ο Τούμπας και οι άνδρες του αρνήθηκαν. Παρά το ότι δεν είχαν άγκυρες και όργανα
ναυσιπλοίας, αποφάσισαν να πάνε μέχρι την γειτονική ουδέτερη Τουρκία. Την ώρα που το Hurworth πλησίασε ωστόσο για να
πάρει τους τραυματίες του δικού μας αντιτορπιλικού έπεσε και αυτό σε νάρκη και
βούλιαξε μέσα σε λίγα λεπτά μπροστά στα μάτια των Ελλήνων. Η θάλασσα πήρε φωτιά από τα πετρέλαια, έβρεχε
συντρίμμια και ανθρώπινα μέλη στο κατάστρωμα, ο κυβερνήτης, οι αξιωματικοί και
οι ναύτες του Αδρία ήταν μόνοι και αβοήθητοι.
Η κατάσταση ήταν απέλπιδα από κάθε άποψη. Ήταν χτυπημένοι και κινδύνευαν να βουλιάξουν
ανά πάσα στιγμή, ένιωθαν μια νοητή κλεψύδρα – πάνω στο κατάστρωμα το οποίο
έγερνε όλο και πιο πολύ προς τα μπροστά -να αδειάζει ταχύτατα. Είχαν νεκρούς και πολλούς βαριά τραυματίες
που ικέτευαν για λύτρωση από τις λαμαρίνες. Έπλεαν μόνοι μέσα στο σκοτεινό πέλαγος έχοντας
μόλις ζήσει τον χαμό δεκάδων συμπολεμιστών τους, που ανατινάχτηκαν στην
προσπάθειά τους να βοηθήσουν τον «Αδρία». Δεν είχαν χάρτες. Το τιμόνι δεν «υπάκουε», αφού λαμαρίνες που παραμορφώθηκαν
από την έκρηξη έπαιζαν τον ρόλο του πηδαλίου κάτω από το νερό. Τα δικά τους πυρομαχικά είχαν σκορπιστεί στο
κατάστρωμα. Το πλοίο ήταν σε εχθρική
περιοχή δίχως αεροπορική κάλυψη. Κι αφού
έπεσαν σε ναρκοπέδιο, τότε σε κοντινή απόσταση θα βρίσκονταν και άλλες νάρκες.
Ίσως επίσης οι Γερμανοί να είχαν πάρει μυρωδιά τι έγινε και να έστελναν και
μερικά αεροπλάνα για να τους αποτελειώσουν. Μόνο ο Θεός μπορούσε να βάλει του χέρι του και
να τους σώσει. Όμως οι Έλληνες από την
αρχαιότητα δεν πιστεύουν ότι η θεϊκή συμβολή αρκεί. Και οι ίδιοι οι άνδρες ήταν έτοιμοι να
παλέψουν με τον πόνο, τον φόβο, τα τραύματα.
Με ηγέτη τον Ιωάννη Τούμπα και από μηχανής θεό τον Α΄ Μηχανικό Κώστα Αράπη,
ο οποίος με τις ναυπηγικές του γνώσεις κατάφερε και έκανε πρόχειρες
επιδιορθώσεις για να μην φτάσει το νερό της θάλασσας στα λεβητοστάσια, βάλθηκαν
να κάνουν ένα αδιανόητο ταξίδι ως την Τουρκία. Από κοντά οι αξιωματικοί με τη ψυχραιμία τους,
οι άνδρες με τον ηρωισμό τους έδωσαν μάχη με το ακατόρθωτο. Ήταν όντως όλοι τους ήρωες. Τρεις ώρες μετά έφτασαν στην αρχαία Μύνδο της
Καρίας το Γκιουμουσλούκ. Ήταν ένας
οικισμός ψαράδων, Τουρκοκρητικών στην καταγωγή, που είχαν πάει εκεί στην
ανταλλαγή του 1923 και μιλούσαν ελληνικά.
Μόλις χάραξε ο ναύτης
Πέτρος Ασλάνης πήρε τη φωτογραφική του μηχανή και έβγαλε συγκλονιστικές λήψεις
ανάμεσα στις ματωμένες λαμαρίνες αλλά και από τον τάφο που ετοίμασαν για τους
νεκρούς. Ήρωας ήταν και ο γιατρός
Ανδρέας Καποδίστριας που κατάφερε με ψαλίδια κουρέματος, λεπίδες ξυρίσματος και
κολόνιες για αντισηπτικό, αφού το νοσοκομείο του πλοίου είχε διαλυθεί από την
έκρηξη να κάνει σύνθετες εγχειρήσεις και να σώσει πολλούς τραυματίες χωρίς να
μολυνθεί κανείς. Ανάμεσά τους ο ναύτης
Γιώργος Παπαφραντζέσκος που έπρεπε να ακρωτηριαστεί στο αριστερό άνω άκρο δίχως
αναισθησία. Ο επίσης τραυματίας Τούμπας
έσπευσε να τον παρηγορήσει για να ακούσει από τον Ποριώτη τη φράση που έμεινε
στην ιστορία: «Και τί είναι ένα χέρι για την πατρίδα κύριε Κυβερνήτα;» του είπε
ο τελευταίος.
Οι Έλληνες έμειναν στην Τουρκία 40 ολόκληρες ημέρες. Εκεί έθαψαν τους 21 νεκρούς τους. Με τη βοήθεια των Βρετανών οργανώθηκε σχέδιο
διαφυγής του πλοίου στην Αλεξάνδρεια. Ο
Κώστας Αράπης σχεδίασε και επέβλεψε την τοποθέτηση ενός τοίχου από σκυρόδεμα
που στεγανοποίησε το μέρος όπου είχε κοπεί η πλώρη. Και έτσι ξεκίνησαν ένα πενθήμερο ταξίδι 730 ναυτικών
μιλίων από το Γκιουμουσλούκ ως την Αίγυπτο κυριολεκτικά κάτω από τα μουστάκια
των Γερμανών. Στις 6 Δεκεμβρίου του
1943, ανήμερα του Αγίου Νικολάου προστάτη του Πολεμικού μας Ναυτικού ο κομμένος
Αδρίας μπήκε θριαμβευτικά στο λιμάνι.
Το κατόρθωμα του Αδρία είναι μοναδικό στην ιστορία του Πολεμικού μας
Ναυτικού. Στο βιβλίο υπάρχουν στοιχεία
από τα αρχικά δελτία παραγγελίας του πλοίου στο ναυπηγείο του Νιουκάστλ ως τη
ημέρα που πήγε στα διαλυτήρια το 1945. Νέα
στοιχεία που αφορούν την τοποθέτηση του ναρκοπεδίου στην Κάλυμνο ήρθαν στο φως
από τα γερμανικά αρχεία ενώ έγινε ενδελεχής έρευνα και στα βρετανικά αρχεία. Ογδόντα χρόνια μετά, η έκδοση τιμά 204 ήρωες
και το πλοίο τους με πλούσιο φωτογραφικό υλικό από τον Ασλάνη και άλλες πηγές.
ΠΗΓΗ: protothema.gr