Το λιμάνι του Πειραιά έχει τη μεγαλύτερη ατμοσφαιρική ρύπανση σε σχέση με τα περισσότερα ευρωπαϊκά λιμάνια της Μεσογείου, παρουσιάζοντας συγκεντρώσεις οξειδίων του αζώτου διπλάσιες από τα σημερινά όρια της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τετραπλάσιες από τα αυστηρότερα όρια τα οποία θα ισχύσουν στο μέλλον.
Την ανησυχητική αυτή πραγματικότητα παρουσίασαν ερευνητές της γερμανικής περιβαλλοντικής οργάνωσης NABU, μαζί με εκπροσώπους διεθνών οργανώσεων και της Ορνιθολογικής Εταιρείας που συμμετέχουν στο δίκτυο MedECA, το οποίο δραστηριοποιείται για τη δημιουργία Περιοχής Ελέγχου Εκπομπών στη Μεσόγειο.
Σύμφωνα με τις μετρήσεις των ειδικών της NABU που έγιναν τον Ιούλιο του 2023 και την επεξεργασία των διαθέσιμων δεδομένων, ο ετήσιος μέσος όρος των συγκεντρώσεων οξειδίων του αζώτου (ΝΟx) είναι 80 μg/m3, όταν το σημερινό όριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι 40 μg/m3, αναμένεται να πάει στα 20 μg/m3, ενώ ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας θέτει ως στόχο τα 10 μg/m3. «Οι συγκεντρώσεις στο λιμάνι του Πειραιά είναι εξαιρετικά μεγάλες, είναι πρωταθλητής στη συγκέντρωση ΝΟx μεταξύ των ευρωπαϊκών λιμανιών της Μεσογείου. Μεγάλες είναι επίσης και οι συγκεντρώσεις μαύρου άνθρακα, ο οποίος είναι πολύ πιο επιβαρυντικός από το CO2 για το κλίμα», είπε στη σχετική παρουσίαση ο δρ Αξελ Φρίντριχ από τη NABU. «Δυστυχώς ενώ για τις οδικές μεταφορές και μια σειρά άλλες λειτουργίες έχουν τεθεί όρια και στόχοι για την καταπολέμηση των ΝΟx, τα πλοία έχουν εξαιρεθεί», συμπλήρωσε ο δρ Φρίντριχ. Οι συνέπειες είναι βαριές. «Στην Ελλάδα σημειώνονται κάθε χρόνο 15.500 πρόωροι θάνατοι λόγω ατμοσφαιρικής ρύπανσης, σε σύνολο περίπου 120.000 θανάτων, σχεδόν το 13%. Εχει εκτιμηθεί στην Ευρώπη πως το 10% των θανάτων λόγω ρύπανσης σχετίζεται με τη ναυτιλία. Ας σκεφθούμε πόσες ζωές θα σώζονται κάθε χρόνο εάν ληφθούν τα αναγκαία μέτρα. Οι θετικές επιπτώσεις θα είναι πολύπλευρες. Η ρύπανση επιβαρύνει το σύστημα υγείας με κόστος έως και 5% του ΑΕΠ», σημείωσε ο Δανός Κάαρε Πρες-Κρίστενσεν, από την οργάνωση Green Global Future. «Ο καπνός από τα φουγάρα των πλοίων πηγαίνει στις γειτονικές συνοικίες που αγκαλιάζουν κυκλικά το λιμάνι του Πειραιά, ενώ υπάρχουν πυκνή δόμηση, ψηλά κτίρια και κτισμένα υψώματα, με αποτέλεσμα οι ρύποι να μπαίνουν μέσα στα σπίτια».
«Η Μεσόγειος έχει πυκνή κυκλοφορία πλοίων και αντιμετωπίζει βαριά μόλυνση. Έχουν ληφθεί μέτρα για τον έλεγχο του θείου στα ναυτικά καύσιμα, αλλά όχι για το άζωτο, όπως έχει συμβεί στη Βόρεια Θάλασσα, όπου υπάρχει έλεγχος των εκπομπών και για τα δύο στοιχεία», ανέφερε ο Βασίλης Παπαδόπουλος, νομικός σύμβουλος της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας. «Το δίκτυο MedECA αποτελείται από περιβαλλοντικές οργανώσεις μεσογειακών χωρών, όπως της Ελλάδας, της Ισπανίας, της Πορτογαλίας, με συντονισμό της NABU από τη Γερμανία. Η μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης θα είναι προς όφελος της ποιότητας ζωής και της προστασίας του κλίματος και του περιβάλλοντος», συμπλήρωσε.
«Διαθέσιμες λύσεις»
Τα καλά νέα της πρωτοβουλίας έρχονται από τη δυνατότητα αντιμετώπισης της κατάστασης. «Υπάρχουν τεχνολογικές λύσεις εύκολες και διαθέσιμες. Δεν είναι κάτι δύσκολο να αντιμετωπιστεί η κατάσταση. Δεν συζητάμε για κάτι εξωπραγματικό. Είναι εφικτό άμεσα», τόνισε ο δρ Φρίντριχ.
Η δέσμη προτάσεων περιλαμβάνει τα εξής μέτρα: όσον αφορά τα σκάφη, χρήση εναλλακτικών, πιο «πράσινων» καυσίμων, ηλεκτρικά πλοία και μικρότερα μεγέθη. Επίσης, χρήση φίλτρου σωματιδίων, που κρατάει πάνω από το 95%. Στο λιμάνι πρέπει να υπάρχει διαθέσιμη παροχή ηλεκτρικής ενέργειας, προερχόμενη από ανανεώσιμες πηγές, απ’ όπου θα τροφοδοτούνται τα κρουαζιερόπλοια και τα επιβατηγά πλοία. «Στη Δανία έχει εφαρμοστεί το εξής: όταν δένεις στο λιμάνι ή θα συνδεθείς με το ηλεκτρικό ρεύμα, πληρώνοντας το κόστος του φυσικά, ή θα καταβάλεις ένα πολύ μεγαλύτερο ποσό. Αυτό έχει οδηγήσει σχεδόν όλα τα σκάφη να προτιμούν το ηλεκτρικό ρεύμα», ανέφερε ο κ. Κρίστενσεν. Εάν οριστεί Περιοχή Ελέγχου Εκπομπών (ECA) στη Μεσόγειο, τότε οι εκπομπές διοξειδίου του θείου (SO2) θα μειωθούν κατά 80% από την 1η Μαΐου 2025, ενώ οι εκπομπές αζώτου (NOx) θα μειωθούν κατά 80% σε 20-25 χρόνια.
«Αυτά τα μέτρα δεν έχουν κοινωνικό κόστος, αλλά θα έχουν μεγάλο κοινωνικό όφελος. Δεν πρέπει να καθυστερήσουμε να ληφθούν», τόνισε με αισιοδοξία αλλά και αγωνία ο δρ Φρίντριχ.