Άρθρο του Αλέξανδρου Διακόπουλου*
Τον τελευταίο καιρό η Τουρκία έχει εντείνει την προκλητικά
επιθετική ρητορική εναντίον της χώρας μας σε πρωτοφανή επίπεδα. Η ρητορική αυτή μάλιστα συνοδεύεται από
ευθείες και απροκάλυπτες απειλές. Πέραν
των απειλών, το καινοφανές στοιχείο της τουρκικής δημόσιας διπλωματίας είναι η
συντονισμένη προσπάθεια δημιουργίας αφηγήματος πλήρους αντιστροφής της
πραγματικότητας. Δηλαδή του να
παρουσιάσει τη χώρα μας ως επεκτατική, αναθεωρητική, επιθετική και παραβιάζουσα
το διεθνές δίκαιο (ό,τι ακριβώς κάνει η ίδια) εγκαλώντας την Ελλάδα για τη
στρατιωτικοποίηση των νησιών του Ανατ. Αιγαίου. την καταπίεση της μειονότητας κλπ.
Αυτό το αφήγημα αποσκοπεί στη δημιουργία
ενός ομιχλώδους τοπίου ως προς το ποιος προκαλεί ποιον, ποιος παραβιάζει το
Δίκαιο και τις διεθνείς συνθήκες και εν τέλει ποιος είναι ο επιτιθέμενος και
ποιος ο αμυνόμενος. Σε ένα τέτοιο
περιβάλλον η Τουρκία θα επιχειρούσε να δικαιολογήσει δική της επιθετική ενέργεια
ως πράξη αυτοπροστασίας, στην οποία εξωθήθηκε από εμάς. Πολλοί αναλυτές άλλωστε έχουν εντοπίσει κοινά
στοιχεία στη ρητορική του Ερντογάν με την αντίστοιχη του Πούτιν, προ της
εισβολής στην Ουκρανία.
Αυτό, όπως είναι φυσικό, δημιουργεί δικαιολογημένη ανησυχία
για το ενδεχόμενο να εκτραχυνθούν οι σχέσεις σε σημείο ένοπλης σύγκρουσης. Ως προς αυτό δύο είναι οι βασικοί παράγοντες
που το προσδιορίζουν. Η δυναμική των διμερών σχέσεων και το διεθνές περιβάλλον
μέσα στο οποίο αυτές εξελίσσονται. Σε
ό,τι αφορά το πρώτο, όλες οι ενδείξεις δείχνουν καθαρά πως πάμε σε σύγκρουση. Σε ό,τι όμως αφορά το διεθνές περιβάλλον, οι
ενδείξεις είναι ακριβώς προς την αντίθετη φορά. Η κατάσταση που διαμορφώνει στο Δυτικό
στρατόπεδο η ρωσική επίθεση στην Ουκρανία είναι απαγορευτική για μια σύγκρουση
μεταξύ εταίρων στη νοτιοανατολική πτέρυγα του NATO.
Παρά τη συντονισμένη και εντατική δημόσια διπλωματία της Άγκυρας,
το αφήγημά της δεν πείθει και σε αυτό έχει παίξει ρόλο και η δραστήρια
εξωτερική πολιτική της χώρας μας καθώς και η διεθνοποίηση από πλευράς μας,
άμεσα και πειστικά των τουρκικών προκλήσεων και παράνομων διεκδικήσεων. Οι δημόσιες τοποθετήσεις τόσο της EE, όσο και
των ΗΠΑ που στηρίζουν τις θέσεις μας απορρίπτοντας τις τουρκικές αιτιάσεις,
είναι ενδεικτικές ως προς αυτό.
Εν τούτοις, η τουρκική επιθετικότητα έχει τρεις στόχους. Την ανάκαμψη της δημοτικότητας του Ερντογάν,
την αύξηση της πίεσης προς τη χώρα μας προκειμένου αυτή να προβεί σε
παραχωρήσεις ή να εξωθηθεί στην πρώτη ενέργεια και κυρίως να ασκήσει έναν
ιδιότυπο «εκβιασμό» στις ΗΠΑ. Η Τουρκία
είναι αποφασισμένη να συνεχίσει με κάθε μέσο την πίεση μέχρι να «πάρει κάτι». Η πρόσφατη ενεργοποίηση του παράνομου «τουρκολιβυκού
μνημονίου» ενδεχομένως εκεί εντάσσεται.
Πρέπει λοιπόν να είμαστε προετοιμασμένοι για κάθε εξέλιξη. Ζούμε σε μια εποχή όπου τα εργαλεία που
χρησιμοποιούσαμε στο παρελθόν για να αναλύσουμε και να προβλέψουμε τις διεθνείς
εξελίξεις, δεν επαρκούν. Που τίποτα δεν
μπορεί να αποκλειστεί και τίποτα πλέον δεν είναι αδιανόητο. Όσο πλησιάζουν οι τουρκικές εκλογές η ένταση
θα αυξάνεται και όσο η δημοτικότητά του δεν ανακάμπτει, δεν μπορούμε να
αποκλείσουμε το ενδεχόμενο να προσπαθήσει να τις αναβάλλει ο τούρκος πρόεδρος
μέσω μιας διεθνούς κρίσης. Το αρχαίο ρωμαϊκό ρητό «εάν θες ειρήνη προετοιμάσου
για πόλεμο» είναι επίκαιρο όσο ποτέ. Και
η προετοιμασία θέλει πόρους αλλά και συνειδητοποίηση του κινδύνου από την
κοινωνία και συλλογική προσπάθεια. Ίσως,
πέρα από τους αναγκαίους εξοπλισμούς, με υλοποίηση όμως σε βάθος χρόνου, πρέπει
να σκεφτούμε την αύξηση των πραγματικών ποσοστών στελέχωσης των μονάδων μας. Το 2023 θα είναι και για την Ελλάδα
προεκλογική χρονιά και σε αυτή τη συγκυρία η απαίτηση για «ικανοποίηση
κοινωνικών αιτημάτων» μπορεί να υπονομεύσει την αδήριτη και επείγουσα ανάγκη
ενίσχυσης της επιχειρησιακής ετοιμότητας.
* Ο κ. Αλέξανδρος
Διακόπουλος είναι αντιναύαρχος ε.α. πρώην σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας και
ειδικός σύμβουλος ΕΛΙΑΜΕΠ
ΠΗΓΗ: Τα Νέα