Κυριακή των Βαΐων του 1826,
πραγματοποιούν την Ηρωϊκή Έξοδό τους οι Μεσολογγίτες. Ο Κασομούλης βρίσκεται ανάμεσά τους και
περιγράφει: «Το πυρ άναψεν πανταχόθεν, εις όλον το στρατόπεδον. Φωναίς εχθρών, κρότοι πυροβόλων, κρότοι
δουφεκιών -ένα μίγμα όλον δεν διεκρίνετο τίποτες. Μεθυσμένοι όλοι από μανίαν, καθένας εξ ημών
κοίταζεν εμπρός μόνον να διαβή και να διασπά τα εμπόδια. Όσοι είχον πόδα και ήσαν δυνατώτεροι επηδούσαν
τον αύλακα όσοι ήτον αδύνατοι έμεναν οπίσω. Εις την φωτιάν αυτήν, έως να φθάσωμεν εις το
τέρμα, ενεθυμήθην την Παναγίαν και είπα: «Παναγία μου, φύλαξε μας». Ενώ ημείς ωρμούσαμεν προς τα εκεί, από όπισθέν
μας τα βόλια έπιπτον ωσάν χάλαζα (…)».
Τραγικό και συγκινητικό γεγονός στην Έξοδο
του Μεσολογγίου, ήταν η θυσία του Χρήστου Καψάλη. Ο Καψάλης ήταν προύχοντας και επαναστάτης του
Μεσολογγίου. Στις 8 Απριλίου 1826, όταν
αποφασίστηκε η Έξοδος, δήλωσε πως δε μπορούσε λόγω ηλικίας να συμμετέχει και
πως προτιμά να πεθάνει στα ερείπια του τόπου του. Την παραμονή της Εξόδου, συγκέντρωσε γυναίκες,
παιδιά, ασθενείς, εξαντλημένους από την πείνα και τις αρρώστιες, και όσους
ανάπηρους δεν μπορούσαν να πάρουν μέρος στην έξοδο, σύνολο 400 άτομα.
Τους συγκέντρωσε όλους σε μια μεγάλη
πυριτιδαποθήκη κάτω από τον προμαχώνα του Νότη Μπότσαρη, η οποία ήταν γεμάτη
πυρομαχικά και εκρηκτικές ύλες. Τη νύχτα
της Εξόδου έψελναν νεκρώσιμες ακολουθίες. Ο Καψάλης κρατούσε συνεχώς ένα αναμμένο δαυλί
στο χέρι του. Το πρωί, όταν οι Τούρκοι
εισέβαλαν στην πόλη, ο Καψάλης ανατίναξε την πυριτιδαποθήκη, παίρνοντας μαζί
του στο θάνατο και μεγάλο πλήθος εχθρών. «…το Μεσολόγγι, σκέλεθρο, γυμνό,
ξεσαρκωμένο, δεν παραδίδει τ’ άρματα, δεν γέρνει το κεφάλι… Κρατεί για
νεκροθάφτη του το Χρήστο τον Καψάλη»…
Η Έξοδος του Μεσολογγίου ήταν η αιτία να
αναθερμανθεί το φιλελληνικό κίνημα και να επιταχυνθούν οι διαδικασίες για
επίτευξη συμφωνίας μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων για την τελική λύση του
ελληνικού ζητήματος. «Πάντ’ ανοιχτά,
πάντ’ άγρυπνα, τα μάτια της ψυχής μου»…